- ἅψονται
- ἅπτωfastenfut ind mid 3rd plἅ̱ψονται , ἅπτωfastenfutperf ind mp 3rd pl (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ωχ — ὤχ, ΝΜ, και οχ (Ι) και ώχου και ώχοντα Ν επιφών. νεοελλ. δηλώνει: 1. πόνο, δυσφορία («ωχ, το κεφάλι μου!») 2. λύπη («ωχ, παιδί μου!») 3. αδιαφορία («ωχ, αδελφέ!») 4. αγανάκτηση («ωχ, πια!») μσν. μαγική επιφώνηση που προφύλασσε δήθεν από τους… … Dictionary of Greek